Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2016

Ένα απλό ρεμάλι


Στις γωνίες στα πεζοδρόμια
Στέκονται τύποι με μαύρες καμπαρντίνες
Και κρατάν μεζούρες,
Και σα λίτες μας σταματάνε,
Μας λένε να προχωρήσουμε πιο κει,
Και μετράνε το ποιόν μας.
Εσύ, μου λέει ο ψηλός,
Παράξενος μου φαίνεσαι,
Τι έχεις κάνει στη ζωή σου;
Φίλε,
Δεν έχω κάνει τίποτα,
Τίποτα απολύτως.
Γυρνάω στην πόλη σαν αδέσποτο,
Κόβω βόλτες σαν τη μύγα,
Στριφογυρνάω πάνω απ’ τους καφέδες σας,
Κοιτάω στραβά τους στραβωμένους,
Ψείριζω τα φοιτητικά τα πάσα σας,
Σπάω σπίντες και ασπιρίνες,
Τις βαφτίζω κοκαϊνες,
Τις ρουφώ με βουλωμένα ρουθούνια,
Γυρνάω στο σπίτι μου
Και βάζω να δω ντοκυμαντέρ για τη μητέρα φύση.
Κόβω στη μέση τα φιλτράκια μου
Για να στουμπώνω πιο πολύ καπνό μες στο τσιγάρο,
Και καπνίζω, καπνίζω, καπνίζω,
Σταχτίζω σε πλαστικό ποτήρι φρέντο,
Και πάω κάθε μισάωρο στο ψυγείο μου
Μπας κι έχει φυτρώσει καμιά μπύρα.
Βγαίνω στους δρόμους πάλι,
Χαζεύω τους περίεργους,
Κινηματίες, αισθηματίες
Και κοινοί εγκληματίες,
Που με ρωτάνε με τον μπόσο,
Κι εγώ ο μαλάκας κάθομαι κι εξηγώ,
Πως δεν πουλάω τίποτα,
Απλά κάθομαι μονάχος μου
Και μετράω τα λεπτά που φεύγουν,
Τις ώρες, τις στιγμές,
Κι ίσως κάποτε να δήλωνα αποτυχημένος ποιητής,
Τυπάκι ανήσυχο που ψάχνεται ακόμα,
Που στα βιβλία της φιλοσοφικής ψάχνει να βρει μιάν άκρη,
Που δεν γνωριζεί τα περι ζωής μα που τ’ αναζητάει,
Όμως πλέον βαρέθηκα,
Και πλέον δηλώνω απλό ρεμάλι. 

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου