Δευτέρα 26 Μαΐου 2014

Έγχορδες αποτυχίες














Το έγχορδο που φυλάω στη ντουλάπα μου,
πίσω από τα μπουφάν και τα τζιν,
σκονίστηκε.
Συνήθιζα να παίζω παλιότερα,
πλέον το ξεσκονίζω που και που.
Κάθε φορά που το πιάνω δαγκώνω με μίσος τη χορδή
και σέρνω το ανατριχιαστικό μου χαμόγελο κατά μήκος της.
Είναι εκείνες οι στιγμές που προσπαθώ να αποδείξω
πως η καλλιτεχνική μου ευφυΐα
ξεπερνά εκείνο το περίτεχνα σκαλισμένο ξύλο.
Στην τελική όμως, δεν έμαθα να παίζω
και αυτό μετράει.
Παράτησα κάτι ακόμα απ’ τα πολλά που ήθελα να κάνω
Ήταν τόσα πολλά που χάνω το μέτρημα.
Και όταν βαραίνεις τις σκέψεις σου με όλες αυτές τις αποτυχίες
δε σου περισσεύει χρόνος.
Όχι για να γίνεις κάτι καλύτερο,
αλλά για να γίνεις το καταλληλότερο παράδειγμα προς αποφυγή.

Τετάρτη 21 Μαΐου 2014

Ακόμα κι αν καθόσουνα…

…θα ήταν cybersex





Tο κεφάλι της σιγόβραζε απ’ την επιθυμία της να τον διακόψει πριν αυτός μπορέσει να τελειώσει τη φράση του. Άλλωστε τι ήταν ικανός να της πει; Τι που δεν είχε ακούσει ήδη μέχρι τώρα στα 22 της πολλές φορές μάλιστα και σε άπειρα διαφορετικό ύφος και χωροχρόνο; Τίποτα. Ήθελε να τον διακόψει, να τον χτυπήσει, να του πετάξει το κερί που στόλιζε το τραπέζι τους στο μάτι μήπως κι ο πόνος τον έκανε να συνέλθει από τη μαλακία που τον έδερνε και που περίμενε να πει.

«Ε και ξέρεις...» της είπε αυτός ολοκληρώνοντας έτσι μίζερα τον ακόμα πιο μίζερο διάλογο-ουσιαστικά μονόλογο- που είχε προηγηθεί. Εκείνη φυσικά ήξερε. Ακόμα ένα απόγευμα που το είχε γεμίσει με τον πρώτο τυχαίο τύπο για τον οποίο δεν ήξερε τίποτα κι ούτε ήθελε να μάθει. Και μη φανταστείτε ότι θα του καθόταν. Αυτή ήθελε να πιούν ήρεμα τη μπύρα τους και να φύγουν για όπου τους τράβαγε η τύχη χωρίς να νιώσει κανείς απ’ τους δύο την επιθυμία να λοξοδρομίσει προς το σπίτι του άλλου.

Αυτός πάλι το μόνο που ήθελε ήταν να ανοίξει η γη αλλά χωρίς να τον καταπιεί, να προκληθει δηλαδή η μέγιστη δυνατή αναστάτωση που θα του επέτρεπε όμως ταυτόχρονα να συνεχίσει να σκέφτεται. Το αλκοόλ ξελασκάριζε τα κολλημένα από καιρό γρανάζια του εγκεφάλου του και του επέτρεπε να επιθυμήσει πράγματα που την πιθανότητα των οποίων ούτε καν μπορούσε να σκεφτεί τοπροηγούμενο διάστημα. Και τώρα ναι. Ήταν τόσο απλό. Με 1,5Ε κρασί και άλλο τόσο για εισητήρια την είχε εδώ. Τι κι αν δε θα πηδούσε απόψε; Στον εσωτερικό κόσμο που του χαν φτιάξει οι αναθυμιάσεις από τα φάρμακα και το LSD το να βγει απλά με ένα θηλυκό που γούσταρε χωρίς να φρικάρει κατά τη διάρκεια της βραδιάς ήταν ήδη μια απόλαυση. Για την ακρίβεια το να γουστάρει γενικά κάτι που δεν τον φρίκαρε ήταν ευτυχώς για αυτόν, όχι πρωτόγνωρη αλλά σαφέστατα μια σπάνια εμπειρία.

Δυστυχώς όμως είναι στη φύση του σύμπαντος να αναταρράσει τα ξεβρασμένα μυαλά για να τα ρίχνει μετά σε νέες καταιγίδες της ψυχοπάθειας. Ο τύπος με κάθε της κουβέντα ταρασσόταν , έβλεπε ή μάλλον φανταζόταν πάθος να στάζει από τα χείλη της και αγνοούσε επειδιχτικά τα σημάδια αδιαφορίας και δυσφορίας της. «Θέλω να με τσιμπουκώσει μ’αυτά της τα χειλάκια» σκέφτηκε και έτσι απλά κατέβασε το παντελόνι του. Ήταν Δεκέμβρης αλλά δεν κρύωνε λόγω τόσο του μη αναμενόμενα θερμού καιρού εκείνων των ημερών αλλά και ως αποτέλεσμα των  χημικών κοκτέιλ που κατέβαζε μαζί με αλκοόλ κάθε φορά που εκείνη πήγαινε στην τουαλέτα.

«Θα μου πάρεις μια πίπα;» της είπε.
Δεν του πήρε
δε του είπε καν  κάτι σχετικό,μόνο μουρμούρισε «Ότι να 'ναι»
κι ανηφόρισε προς το σπίτι της

«Τι κοιτάτε παλιόσκυλα;» φώναξε εκείνος σε κάτι τύπους  που κάθονταν πιο εκεί και παρακολουθούσαν το σκηνικό. «Προσέξτε γιατί εσείς θα την φάτε στον κώλο»

Και χωρίς να βάλει ποτέ τα αρχίδια του μέσα στο παντελόνι ξεκίνησε κι αυτός την επιστροφή για το σπίτι του παίζοντας με τα ψιλά στις τσέπες του και προσπαθώντας να ανακαλύψει αν τον φτάνανε για ταξί ώστε να γλυτώσει το περπάτημα.

Το περπάτημα ήταν πάντα για τον πούτσο άλλωστε.

«Αστείος» έγραφε τυπικά,ψυχρά και ειρωνικά το μήνυμα που αποφάσισε να του στείλει η τύπισσα την άλλη μέρα στο facebook. Το γυναικείο φύλο είναι το μοναδικό που μπορεί άλλωστε να συνδιάσει τα παραπάνω γνωρίσματα σε οποιαδήποτε μορφή επικοινωνίας κι αν επιλέξει. Μετά όμως το ξανασκέφτηκε και πρόσθεσε τρεις τελίτσες στο τέλος.

«Αστείος...»
Και πάτησε το enter σα να πετούσε τα σκουπίδια στον κάδο.

Αυτός είδε το μήνυμα αμέσως καθώς μιας και είχε  πολύ χειρότερη κοινωνική ζωή από την κοπέλα στην οποία πέταξε την πούτσα του κατάμουτρα δεν έφευγε συχνά από την οθόνη του υπολογιστή. Παραξενεύτηκε με το μήνυμα της. «Το πήρε για αστείο;» «Μήπως το θέωρησε φάρσα για το νέο έτος;», «Μήπως αυτό το υπέροχο πλάσμα με ποθεί καταβάθος και εγώ με τη συμπεριφορά μου την απομακρύνω;»

Μετά έξαφνα, έμοιασε να αποχτά μια επαφή με την πραγματικότητα και σιγορμουρμούρισε στον εαυτό του «Τι λέω και εγώ ο μαλάκας εξ’αρχής δε γούσταρε αυτή, ποιός ξέρει γιατί να βγήκε μαζί μου». Η ανάγκη ενός ανθρώπου να σκοτώσει την ώρα του δεν του είχε περάσει ποτέ απ’ το μυαλό γιατί εκείνος δε βαριόταν ποτέ έτσι κι αλλιώς και άλλωστε καταδίκαζε από όταν ήταν ακόμα μέλος της ΔΗΜΑΡ το να σκοτώνεις τα λεπτά και τις ώρες. Την κοινωνική ζωή που δεν είχε την αναπλήρωνε με την ενασχόληση του με τη φωτογραφία. Απ’ όταν κατάφερε να πάρει στα χέρια του για πρώτη φορά μια καλή κάμερα δε σταμάτησε. Μόνο που επέλεγε δυστυχώς να ασκεί την τέχνη του με διάφορους περίεργους τρόπους και μέσα κανένα απ’ τα οποία δεν μπορούσε να αγιάσει τους εκάστοτε κοπούς του.

Ο φίλος μας και φωτογράφος λοιπόν ξεπέρασε σχετικά  σύντομα την ταραχή του και επιστράτευσε το μυαλό του στο τι θα μπορούσε να κάνει για να σπάσει ,μέσω φέισμπουκ έστω, την ψύχρα που είχε απλωθεί μεταξύ αυτού και της κοπέλας που τον ενδιαφέρε. Ενώ σκεφτόταν όμως μοιράστηκε τον πόνο του καθώς και μερικές λύσεις που του χαν περάσει ήδη απ’ το μυαλό με έναν απ’ τους λίγους φίλους που είχε.



Καμία όμως από τις προτεινόμενες λύσεις του διαλόγου δεν έμοιαζε να φτάνει στον επιθυμητό στόχο και παρόλο που ο βιασμός θα επέτρεπε ίσως τη σεξουαλική επαφή με την κοπέλα εντουτοις ο ήρωας μας παρόλο τη φαινομενική καφρίλα του ήταν πολύ ψυχούλα για να κάνει κάτι τέτοιο. Άλλωστε στο σεξ πρέπει να δίνεις όλο σου το είναι, δε μπορείς να μοιράζεις κομμάτια του σε δευτερεύουσες ασχολίες όπως πχ να κραγαύζεις:«ΜΗΝ ΦΩΝΑΞΕΙΣ ΜΩΡΗ ΠΟΥΤΑΝΑ ΓΙΑΤΙ ΘΑ ΣΟΥ ΚΟΨΩ ΤΟ ΛΑΡΥΓΓΙ» ενώ προσπαθείς και να κρατηθείς όρθιος και να κρατήσεις την άλλη σε ένα μέρος αλλά και να συνεχίσεις να σφίγγεις ένα μαχαίρι στο λαιμό της.

Έτσι λοιπόν, μετά το διάλογο με το φίλο του, ο ήρωας μας άναψε ένα τσιγαράκι και κάθησε να το σκεφτεί το θέμα. Στον κατάλογο των «Σε σύνδεση» πεταγόταν  συνεχώς η κοπέλα που τον είχε τραβήξει και κατόπιν έβγαινε, αγχωμένη προφανώς να πάρει μια απάντηση αλλά και να φύγει. Κοινώς την ενδιέφερε περισσότερο η λήξη του έτσι κι άλλιως αδιάφορου γιαυτήν ζητήματος παρά η “συνδιαμόρφωση” ενός πλαισίου αγάπης όπως θα λέγανε και στα εαακ.

Κι ο ήρωας αφού έσβησε το τσιγάρο και ήπιε μια γουλιά απ’ τον καφέ του, απάντησε.

Η κοπέλα στριφογύριζε αγχωμένη στην καρέκλα. Ήταν εκείνο το είδος του άγχους που είναι αρκετό για να σε εκνευρίσει αλλά όχι τόσο ώστε να μπορείς να το προβάλεις σαν δικαιολογία για το ότι πήρες πχ 2 κιλά. Έχωσε τα χέρια στις τσέπες της αναζητόντας το μπρελόκ της αλλά το μόνο που βρήκε ή μάλλον καλύτερα διαπίστωσε ήταν ότι της έλειπε ήταν τα  λεφτά. «Το χω χάσει» σκέφτηκε και πετάχτηκε μέχρι το σαλόνι για ανατροφοδοσία της δερμάτινης τσέπης του παντελονιού της. Όταν γύρισε πίσω στον υπολογιστή διαπίστωσε πώς ο τύπος που της ριχνόταν είχε κάνει διαλέξει να κάνει την επόμενη κίνηση του.

Κάνοντας γρήγορα κλικ στο εικονίδιο του διαλόγου διαπίστωσε ότι της είχε στείλει απλά ένα συμπιεσμένο αρχείο με τίτλο «hagaph.rar»

«Τι είναι αυτό» του είπε
«
kati poy prepei na deis ;)» της απάντησε αυτός
«Ξέρεις πρέπει να καταλάβεις κάτι» είπε αυτή που είχε κουραστεί και ήθελε να τελειώνει με τον τύπο
«
to eides?» της είπε απλά εκείνος
«Όχι δε το είδα, θα το τσεκάρω όταν βρω χρόνο, άκου τώρα» πληκτρολόγησε η κοπέλα με τα νεύρα να φουντώνουν στο κεφάλι της και συνέχισε «Χθες που βγήκαμε δεν ήταν κάτι το ξεχωριστό γιατί δεν είχα σκοπό να γίνει κάτι μεταξύ μας ούτε το σκέφτομαι για το μέλλον, επίσης αυτό που έκανες μετά ήταν απαίσιο, δε θέλω να με ξαναενοχλήσεις ούτε εμένα, ούτε κανέναν δικό μου»
«
Skeftomai na se biasw» της ήρθε η απάντηση σε δευτερόλεπτα
«Δεν πας καλά»
«Σε έχει ταράξει η αγαμία»
«Είσαι επικίνδυνος»
«Μακριά μου απλά»
«Ανώμαλε»
«
Den exw apofasisei na to kanw, apla to skefthka bre ;)»
«ΕΙΣΑΙ ΑΡΡΩΣΤΟΣ,
BLOCK»
«
Opws thes» της έγραψε αυτός για τελευταία φορά αφού το τελευταίο που θα διαπίστωνε για την κοπέλα ήταν ότι τον έσβησε από φίλο στο facebook και μετά τον μπλόκαρε.

«Εντάξει» σκέφτηκε εκείνος και έπιασε ένα τετράδιο, ένα στυλό και ένα φάκελο από το συρτάρι του.
«Εντάξει» σκέφτηκε και αυτή και σαφώς πιο ήρεμη πια βγήκε απ’ το σπίτι όπου ήδη την περίμενε ο υποψήφιος νέος παρτερνερ της με τη μηχανή. Φυσικά δεν είχε σκοπό να του διηγηθεί τίποτα.

Λίγες ώρες μετά και μετά την βόλτα του defacto και dejuris  ζευγαριού και της παρέας του η κοπέλα ξεκίνησε με το παλικάρι της προς το σπίτι του. Καθώς άνοιγε η ίδια την πόρτα αφού ο τύπος είχε πάει να αφήσει  τη μηχανή σε έναν φίλο του που του την είχε ζήτησε για μέχρι το πρωί, ευχήθηκε από μέσα της τουλάχιστον μετά το χθεσινοβραδινό σκηνικό και τον μεσημεριανό διάλογο του παραλόγου που έκανε, τουλάχιστον να απολάμβανε ένα καλό πήδημα απόψε. Άφησε ανοιχτή την πόρτα για να περάσει μέσα το φλερτ της όταν γύριζε και κάθησε στον υπολογιστή μέχρι τότε.

«Βρε λες»  είπε ανησυχόντας πριν μπει στο facebook
«Τι κακό μπορεί να συμβεί όμως...σιγά» σιγοψυθίρησε δημιουργώντας ένα πέπλο ασφάλειας για τον εαυτό της και προχώρησε κατόπιν στο
log in
Με έκπληξη παρατήρησε πώς όχι ο τύπος που την είχε φέρει σπίτι του ήταν online μα πώς γινεται αυτό σκέφτηκε, ήταν έτοιμη να του στείλει όταν την πρόλαβε αυτός
«Έλα γλύκα» της έστειλε σε μήνυμα ο τύπος «συγνώμη αλλά ήθελε να μου δείξει ο Γιώργος κάτι στο pc, δε θα αργήσω, τώρα του εξηγώ  για σενα  :P :P :P»

Η κοπέλα χαμογέλασε, ήταν αρκετά αθώο τελικά αν και ήξερε ότι το «Τώρα του εξηγώ για σένα» σήμαινε περισσότερο «Α τώρα του λέω πόσο μουνάρα είσαι και πώς θα σε σκίζω το βράδυ» αλλά αυτό δε τη χάλαγε, αντίθετα ένιωσε να τη φτιάχνει και σε λίγα δευτερόλεπτα στη σκέψη της συζήτησης των δύο ανδρών υγράνθηκε. Του έστειλε ένα σύντομο μα περιεκτικό μήνυμα «Μην αργήσεις κρυώνω <3 ;)»

Περίμενε να λάβει σύντομα απάντηση αλλά αυτή καθυστερούσε. Κι όταν τελικά είδε να αναβοσβήνει η καρτέλα στο facebook δεν είχε τον ίδιο ενθουσιασμό πια.

«Να σου πω, τον έχεις γνωρίσει το Γιώργο»
«Ε όχι...γιατί ρωτάς»
«Να μωρέ γιατί ειδε τυχαία το προφίλ σου όσο ήμασταν στον υπολογιστή και σου έγραφα πριν και μου πε ότι σε ξέρει, λέει ότι είχατε βγει για μπύρα χθες»

Και το τελευταίο υγρό που είχε μείνει ανάμεσσα στα πόδια της στέγνωσε, σα να κατάλαβε τι παίζει.
«Έλα εδώ τώρα» του είπε
Μα εκείνος δεν ξαναπάντησε

Με την ώρα να περνάει και με την ίδια να μην λαμβάνει απάντηση η κοπέλα αποφάσισε να δράσει μόνη της. Ήθελε να τρέξει να βρει το παλικάρι της και να τον ειδοποιήσει για την επικινδυνότητα του φίλου του. «Πώς μπόρεσε να συμβεί αυτό» «που έχω μπλέξει» σκέφτηκε.
Έτρεξε το δρόμο μπροστά απ’ το σπίτι του δικού της με ταραγμένες δρασκιλιές αλλά δε βρήκε πουθενά παρκαρισμένη τη μηχανή. Στη συνέχεια σκέφτηκε πώς θα ταν αδύνατο να τον εντοπίσεΙ ακόμα και αν αυτός είχε πάει κάπου εδώ κοντά  καθώς θα έπρεπε μέσα στη νύχτα να διασκίσει μια ολόκληρη γειτονιά από πάνω ως  κάτω. Σκέφτηκε όμως ευτυχώς κάτι καλύτερο. Άνοιξε όλα τα συρτάρια και τα ντουλάπια του σπιτιού ψάχνοντας για κάτι που θα τη βοηθούσε. Από αυτά πετάγονταν εικόνες, ναρκωτικά, ψυχοφάρμακα, μουχλιασμένο κέικ και διάφορα άλλα πράγματα τα όποια προσπέρασε μέχρι που τελικά στο συρτάρι του γραφείο του βρήκε την ατζέντα του.
«Γιώργος» μουρμούρισε  ανατρέχοντας τις σελίδες του

Η τύχη της χαμογέλασε. Στην ατζέντα υπήρχε μόνο  ένας Γιώργος και το γεγονός ότι είχε σημειωμένα δυο τηλέφωνα εκει (κινητό και σταθερό) καθώς και δυο διευθύνσεις, που η μία εξ’αυτών αντιστοιχούσε σε επαρχιακή τοποθεσία αναπτέρωσαν τις ελπίδες της ότι θα δει σύντομα το παλικάρι της και θα τον προειδοποιήσει ή και σώσει αν χρειαζόταν απ’  τον ανώμαλο φίλο του. Έψαξε τη δεύτερη διεύθυνση στο
google και είδε ότι ήταν κοντά , δυο στενά μόνο απ’ το μέρος που ήταν. Ντύθηκε κάπως πιο καλά για το κρύο αυτή τη φορά  και βγήκε έξω.

Ψάχνοντας σπίτι το σπίτι, δρόμο το δρόμο, τα βήματα της ακούγονταν δυνατά μέσα στην αθηναική νύχτα. Πολλές σκέψεις πέρασαν απ’ το μυαλό της. «τι κι αν πρόκειται για επικίνδυνους ανθρώπους;» «κι αν ο δικός μου είναι τελείως ανώμαλος και αυτός;» «Πόσο τυχαίο είναι ότι γνωρίζονταν»
Αυτά όμως δεν είχαν καμία σημασία γιατί είχε πάρει την απόφαση να ψάξει να βρει το σπίτι, κάτι που άλλωστε δεν απαιτούσε ιδιαίτερα πολύ χρόνο ώστε να έχει την ευκαιρία να ξανασκεφτεί τις πράξεις της. Η μικρή μας φίλη έφτασε έξω απ’ το σπίτι που ήταν  σημειωμένο στην ατζέντα: «Εθνικής Αντιστάσεως 24

Η εξώπορτα ήταν ανοιχτή, η πόρτα όμως όχι. Χτύπησε με αποφασιστικό τρόπο το κουδούνι. Μέσα της πίστευε άλλωστε πώς ο Γιώργος ήταν περισσότερο αυτιστικός και καθυστερημένος παρά ψυχοπαθής και επικίνδυνος.
Κρίμα που είχε άδικο
Τα φωτοκύτταρα έκαναν τη δουλειά τους
Η πόρτα άνοιξε και εκείνη προχώρησε μέσα

Σκοτάδι επικρατούσε μέσα στο σπίτι, έκανε μερικά δειλά βήματα. «Μανώλη, μανώλη» φώναξε το παλικάρι της αλλά καμιά απάντηση δεν ακούστηκε.
«Δε το κόβω να σ’απαντάει τώρα σύντομα» ειπώθηκε από το βάθος του σπιτιού . Τα σκοτάδια δεν τον εμπόδιζαν να περάσει στις λέξεις το αθώο επιφανειακά μα σαδιστικό και χαρούμενο κατά βάση ύφος.
«Γιώργο...» ψέλισσε αυτή
«Ωραία , τώρα που φώναξες το σωστό όνομα μπορώ να ανοίξω τα φώτα» είπε αυτός απλά

Ένα  ΚΛΙΚ διαφορετικό από αυτά του υπολογιστή ακούστηκε.
Το φως σκόρπισε στο σχετικά ευρύχωρο σαλόνι και έφερε αντίκρυ τους δυο γνωστούς.

«Καλησπέρα, δε σε περίμενα» της είπε ο Γιώργος
«Δεν ήρθα για σένα, περιμένω το Μανώλη, που είναι» του είπε αυτή ψυχρά
Αυτός την κοίταξε για λίγα δευτερόλεπτα και συνέχισε στο ίδιο ήρεμο ύφος
«Θα γαμηθείτε;»
«ΔΕ ΣΕ ΑΦΟΡΑ ΠΑΛΙΟΑΡΡΩΣΤΕ» φώναξε γεμάτη αγανάκτηση η κοπέλα «Ποιο είναι το πρόβλημα σου τέλος πάντων, άσε μας ήσυχους»

«Πώπω νεύρα...» συνέχισε αυτό κοιτάζοντας το πάτωμα και παίζοντας περιπαιχτικα με ένα στυλό που είχε στα χέρια του  «Πάλι καλά που δε κέρασα τη μπύρα τις προάλλες, παρακαλετό μουνί, ξυνό γαμήσι άλλωστε.» της είπε
«ΑΙ ΣΤΟ ΔΙΑΟΛΟ ΑΝΩΜΑΛΕ, ΠΕΣ ΜΟΥ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Ο ΜΑΝΩΛΗΣ ΧΩΡΙΣ ΠΟΛΛΑ ΠΟΛΛΑ ΑΛΛΙΩΣ ΘΑ ΦΩΝΑΞΩ ΤΗΝ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ» του φώναξε εκείνη με τη μία φλέβα του προσώπου της να παλεύει να εκραγεί από το άγχος αλλά να μην την αφήνει η αντιτρομοκρατική υπηρεσία της ομοιόστασης.

«Θες το μανώλη ε;» της είπε αυτός  κοιτάζοντας την για πρώτη φορά σοβαρά και στα μάτια
«Ναι...» του είπε αυτή «και μετά φεύγουμε»
«Μέσα είναι έλα»
Τον ακολούθησε με κάποιο δισταγμό μέχρι το σκοτεινό δωμάτιο που την πήγε. «Εδώ είναι ο Μανώλης» της είπε μόλις πέρασε η σιλουέτα της την πόρτα.
«Δε βλέπω τίποτα» απάντησε ενώ είχε αρχίσει να φοβάται και πράγματι είχε λόγους
«Α αυτό διορθώνεται» είπε χαιρέκακα αυτός και άναψε τα φώς.

Κύματα φωτονίων πλημμύρισαν  το δωμάτιο και η κοπέλα αντίκρυσε το θέαμα για το οποίο την προετοίμαζε ο σαδιστής stalker της. Ο Μανώλης βρισκόταν μπροστά στον υπολογιστή αλλά όχι ολόκληρος, ένα κομμάτι του, απ’ τα πιο σημαντικά έλειπε, το κεφάλι του ήταν κομμένο και είχε τσουλίσει στο πάτωμα όπου μια συμμορία από γατάκια που φιλοξενούσε προφανώς ο Γιώργος κατασπάραζαν το δέρμα του αριστερού του μάγουλου και αυτιού.

«Σκέφτηκα ότι έτσι κι αλλιώς το κεφάλι δε σε ενδιαφέρει πολύ, δεν έχει και ιδιαίτερα όμορφα μάτια, και οι γατούλες μου πείναγαν και δεν άντεχα να τις βλέπω να αδυνατίζουν λόγω της φτωχής μου οικονομικής κατάστασης, έτσι τους τάισα ένα κομμάτι του Μανώλη, μπορείς φυσικά να κρατήσεις το υπόλοιπο ή αν όχι όλο όποιο τμήμα του θες» της είπε γλυκά γλυκά ο Γιώργος

Η κοπέλα είχε παγώσει στη θέα των όσων έβλεπε και δεν μπορούσε να βγάλει μιλιά, έτσι ο θύτης του στυγερού εγκλήματος συνέχισε.

«Α δεν έχεις προτίμηση σε κομμάτι, όλο το πακέτο λοιπόν, πάντα μου άρεσαν οι ρομαντικές γυναίκες κι ας είμαι ελευθέριος» είπε χαμογελαστά, «Αλλά» πρόσθεσε κοιτώντας το ρολόι του, «πέρασε η ώρα έχουμε κι άλλες δουλειές» είπε και κατέβασε το παντελόνι του.

Το κορίτσι σα να συνήλθε από το σοκ που της προκάλεσε η θέα του πτώματος του Μανώλη κατάλαβε ότι απειλούταν και η ίδια έκανε να φύγει αλλά άκουσε μια φωνή πίσω απ’ τον ώμο της «στη θέση σου δε θα το κανα αυτό» και γυρίζοντας είδε το Γιώργο με κατεβασμένο παντελόνι μεν αλλά με ένα μικρό πιστόλι των 9 χιλιοστών στα χέρια του.

«Πάντα σιχαινόμουν τα όπλα, τουλάχιστον όμως αντικαθιστούν την αδικία του να είναι ο άλλος πιο ψηλός ή πιο χοντρός, τι επειδή έτρωγε τα κέρατα του όταν άλλοι παίζαν μπάλα και επειδή είναι 1,90 δεν θα μπορούμε να τον σκοτώσουμε; Σκατά στο Δαρβίνο και στη φυσική επιλογή» εξήγησε την ιδιαίτερα νορμάλ οπτική του ο Γώργος.

Η κοπέλα έβαλε τα κλάμματα. Δεν μπορούσε να μιλήσει και κάθε φορά που διέκοπτε τους λυγμούς για να πει κάτι αμέσως ξεσπούσε χειρότερα.

«Έλα αρκετά» της είπε έντονα ο Γιώργος «Κοίταξε με»
Αυτή που κατάλαβε ότι αυτό ήταν εντολή και όχι φιλική πρόταση τον κοίταξε στα μάτια όσο μπορούσε χωρίς να φρικάρει από τον πόνο και την απέχεθα που ένιωθε.
«Έχω μόνο 100 Ευρώ στο σπίτι, τα είχα για δουλειές αλλά χαλάλι σου, θα μου κάτσεις λοιπόν;» της είπε και κατέβασε και το σλιπάκι του αποκαλύπτοντας την έτοιμη από ώρα πούτσα του ενώ έβγαζε απ’ το συρτάρι 2 πενηντάευρα.
«Όχι... ποτέ...» μπόρεσε να ψελίσει αυτή

«Α δεν παίρνεις από λόγια εσύ» της είπε και με το όπλο στο χέρι προχώρησε προς το μέρος της.
«Τουλάχιστον h agaph.rar  θα μεγαλώσει κατά δυο φωτογραφίες απόψε» πρόσθεσε  χαρούμενα ο Γιώργος και έβγαλε την ασφάλεια από το όπλο....

Κυριακή 11 Μαΐου 2014

Διαμορφώνοντας την ανία















Σε είδα και πάλι.
Δεν αρκεί μια χαιρετούρα, θα σε κεράσω ένα ποτό. Ξέρω ένα όμορφο μαγαζί,
θα θυμηθούμε εκείνα τα καλοκαίρια, τότε που ήσουν πολύ μικρός για τη δουλειά
ή πολύ καλομαθημένος. Και τα σταφύλια πιο νόστιμα.
Μα πως έγινες έτσι;
Όταν μου χαμογελούσες τα μάγουλα σου ακολουθούσαν τα χείλη σου,
τώρα τα τραβάνε πίσω.
Μα πως έγινες έτσι;
Γιατί να γίνεις έτσι;
Ένα παιδί με σχετικά νορμάλ παιδική ηλικία και χαριτωμένα βιβλιαράκια γιατί να γίνει έτσι;
Ήσουν και ξύπνιος. Τώρα, αφηρημένος, δεν παρατηρήσεις τα λεγόμενα μου, με βαριέσαι το βλέπω.
Ξέρεις ότι ήταν λάθος εκείνα τα εφηβικά φιλιά, αλλά τα αναπολείς αρκετά ώστε να το παραδεχτείς.
Μα τι πήγε στραβά;
Δε χαθήκαμε ποτέ, τα λέγαμε τα σαββατοκύριακα.
Σε ήξερα υπερβολικά καλά για να αλλάξεις τόσο.
Πως άραγε κατάφερα, ενώ μέτραγα τις μέρες για να σε δω, να μην παρατηρήσω την αλλαγή
Μα τι πήγε στραβά;
-Γιώργο, σου μιλάω μ’ ακούς ;
-Ε; Σόρι δεν πρόσεχα. Είναι φθηνό το κρασί; Γάμα το μια βαρελίσια θα πάρω. Τι νέα;